Η αγγειοπλαστική τέχνη παρουσιάστηκε στη ζωή των Κυπρίων από τη Νεολιθική εποχή. Ο Κύπριος τεχνίτης γρήγορα χρησιμοποίησε τις πλαστικές ιδιότητες του αργίλου από το κυπριακό υπέδαφος και δημιούργησε αγγεία για να εξυπηρετήσει τις καθημερινές του ανάγκες. Η εμφάνιση της τέχνης αυτής έφερε επαναστατικές αλλαγές στην καθημερινή του ζωή. Με έμπνευση από το περιβάλλον, την κυπριακή φύση και ανάλογα με την ψυχική του διάθεση, την ευφυία και τη δεξιοτεχνία του, ο τεχνίτης επέλεγε αυτό που του ήταν χρήσιμο. Οι επιδράσεις ήταν πολλές και συνεχείς. Παρά τις τόσες όμως επιδράσεις από τους εκάστοτε κατακτητές και γειτονικούς λαούς, είχε την ικανότητα να επιλέγει αυτό που του ήταν χρήσιμο και να το εκφράζει με ένα ιδιόμορφο τοπικό χαρακτήρα προσθέτοντας το, έτσι στο αρχείο του κυπριακού πολιτισμού. Η κάθε εποχή είχε τα δικά της κέντρα παραγωγής με τα ξεχωριστά τοπικά χαρακτηριστικά.
Το χωριό Φοινί ανέπτυξε μια ξεχωριστή και μεγάλη αγγειοπλαστική παράδοση, η ιστορία της οποίας χάνεται μέσα στους αιώνες. Κατά τις τελευταίες εκατονταετίες αποτέλεσε ένα από τα τέσσερα σημαντικότερα κέντρα αγγειοπλαστικής τέχνης στην Κύπρο. Τα αγγεία που κατασκευάζονται μέχρι σήμερα στο χωριό αυτό είναι κόκκινα πορώδη και όμοια με αυτά του Κόρνου.
Το Φοινί βρίσκεται στα νότια της οροσειράς του Τροόδους, 3 χιλιόμετρα από την ιερά μονή της Τροοδίτισσας και 6 χιλιόμετρα από το ορεινό θέρετρο των Πλατρών και αποτελεί τη δυτική άκρη των Κρασοχωριών. Η μορφολογία του εδάφους, καθώς και τα πετρώδη βουνά, σε συνδυασμό με την άμεση εξάρτηση των εισοδημάτων τους από τις καιρικές συνθήκες, ανάγκασαν τους κατοίκους του να στραφούν σε ένα δεύτερο επάγγελμα, αυτό του αγγειοπλάστη, για να βελτιώσουν τους οικονομικούς τους πόρους και να αυξήσουν το οικογενειακό τους εισόδημα.
Η τέχνη αυτή αποτέλεσε ένα προσοδοφόρο επάγγελμα για μεγάλο αριθμό κατοίκων. Ολόκληρες οικογένειες ζούσαν από το επάγγελμα αυτό. Οι άνδρες ήταν κυρίως πιθαράδες. Οι γυναίκες κατασκεύαζαν ως επί το πλείστον αντικείμενα για τη μεταφορά και φύλαξη των γεωργικών προϊόντων και του νερού. Σήμερα η τέχνη αυτή έχει επικρατήσει σαν γυναικείο επάγγελμα. Η ευημερία και η ανάπτυξη του χωριού από τα εισοδήματα της τέχνης αυτής έγινε αφορμή για επέκταση της αργότερα και στα χωριά Καμινάρια και Άγιο Δημήτριο. Τον τελευταίο αιώνα η αγγειοπλαστική τέχνη εξελίχθηκε και διασώθηκε ως οικοτεχνία. Περιηγητές που επισκέφθηκαν την Κύπρο αναφέρουν τα εξής χαρακτηριστικά για το είδος αυτό της οικοτεχνίας. «Στο Φοινί οι άνδρες κατασκευάζουν στο χέρι χωρίς τροχό μεγάλα δοχεία, τα πιθάρια, που προορίζονται για την αποθήκευση κρασιού». Εξαιτίας της ανάπτυξης της τέχνης αυτής, το Φοινί γρήγορα έγινε το κέντρο παραγωγής πιθαριών των κρασοχωριών.
Η ετοιμασία της πρώτης ύλης
Η εξεύρεση, συλλογή και μεταφορά της πρώτης ύλης είναι ως επί το πλείστον αντρική εργασία. Για την ετοιμασία του πηλού συνήθως χρειάζονται δύο είδη χώματος, το άσπρο και το κόκκινο που προέρχονται από τις γύρω περιοχές του χωριού. Μετά την ανόρυξη ακολουθεί το άπλωμα και το στέγνωμα του χώματος. Στη συνέχεια γίνεται το «κοπάνισμα» για να σπάσουν οι σβόλοι. Αυτό επιτυγχάνεται με ξύλινο ραβδί, το «κουπάνι», κατασκευασμένο από σκληρό ξύλο. Ακολουθεί το κοσκίνισμα, που γίνεται με ειδικό κόσκινο για να αφαιρεθούν οι πέτρες και άλλα ξένα σώματα. Το ζύμωμα γίνεται σε ειδικά κατασκευασμένη γούρνα. Αφού ετοιμαστεί η σωστή αναλογία πρόσμιξης του χώματος, ραντίζεται με νερό και μετά αναμιγνύεται με ειδικό ξυλόφτυαρο. Ακολουθεί η μεταφορά του πηλού στο χώρο εργασίας.
Η κατασκευή των αγγείων
Τα χειροποίητα αγγεία του Φοινιού, εξακολουθούν να γίνονται με τον ίδιο τρόπο, όπως γίνονταν χιλιάδες χρόνια πριν, χωρίς μεγάλες αλλαγές. Η φόρμα των αγγείων, γίνεται πάνω στο παραδοσιακό «γυριστάρι». Ομοίωμα του, του 5ου π.χ. αιώνα εκτίθεται στο Βρετανικό Μουσείο. Η τεχνίτρια καθισμένη τοποθετεί το γυριστάρι χαμηλά μπροστά της, με τον πηλό στοιβαγμένο στο πλάι. Στην επιφάνεια του γυρισταριού στερεώνεται με τρία μικρά κομμάτια πηλού φελλός του πεύκου, ο οποίος διευκολύνει την τεχνίτρια στην δουλειά της καθώς επίσης χρησιμοποιείται και για την μεταφορά του αγγείου όταν είναι ακόμη μαλακό αμέσως μετά την κατασκευή του.
Στο κέντρο της επιφάνειας του φελλού, τοποθετείται ένα κομμάτι πηλός περίπου 2-3 κιλά, σε σχήμα μπάλας, ανάλογα με το μέγεθος του αγγείου που πρόκειται να κατασκευαστεί. Το γυριστάρι περιστρέφεται και η αγγειοπλάστρια αρχίζει με τη γροθιά της να κάνει ελαφρά κτυπήματα πάνω στην μπάλα του πηλού δημιουργώντας έτσι τη βάση του αγγείου. Ακολούθως, με το αριστερό χέρι, πιέζοντας εσωτερικά και με το δεξί χέρι εξωτερικά, πλάθει τα τοιχώματα του αγγείου δίνοντας του το ανάλογο σχήμα. Όταν χρειάζεται, το τροχός γυρίζει και καθοδηγείται με το πόδι.
Αυτό επαναλαμβάνεται πολλές φορές μέχρι να ολοκληρωθεί η φόρμα του αγγείου. Κατά διαστήματα η τεχνίτρια βρέχει το αγγείο με ένα μικρό βρεγμένο κομμάτι ύφασμα για να βοηθήσει τον πηλό να πάει πιο εύκολα προς τα πάνω. Μετά τη φόρμα του αγγείου η τεχνίτρια θα γυαλίσει τα τοιχώματα του αγγείου με ένα βρεγμένο ρούχο και με τη βοήθεια καλαμιού θα σχηματίσει τα διάφορα σχέδια πάνω στο αγγείο. Στη συνέχεια θα το παραμερίσει κάπου στη σκιά, μακριά από τα ρεύματα του αέρα μέχρι την επόμενη μέρα. Την επόμενη μέρα θα αφαιρέσει με ξυλομάχαιρο τον πηλό από τη βάση του αγγείου ώστε να το κάνει ομοιόπαχο. Μετά θα το γυαλίσει με βρεγμένο πανί και θα το στιλβώσει ελαφρά με το εξωτερικό του καλαμιού. Ανάλογα με το είδος του αγγείου, θα του προσθέσει χέρια, πλαστική διακόσμηση όπως μαργαρίτες, κουκουνάρια, πουλάκια, ανθρωπάκια κ.ά. Θα ακολουθήσει το στέγνωμα σε σκιερό μέρος. Όταν στεγνώσουν τελείως, τα αγγεία είναι έτοιμα για καμίνιασμα.
Τα πιθάρια
Τα εξειδικευμένα βιομηχανικά προϊόντα εισαγωγής και η εμφάνιση ειδών μαζικής παραγωγής στην αγορά, αντικατέστησαν τα χειροποίητα είδη. Την ίδια τύχη είχαν και τα πιθάρια. Η κατασκευή τους ήταν δύσκολη και χρονοβόρα, γι’ αυτό και η παραγωγή τους ανακόπηκε αρχές της δεκαετίας του 1970.
Τα αγγεία αυτά ήταν μεγάλα, γι’ αυτό κατασκευάζονται κυρίως στον τόπο χρήσης τους. Τα κατασκεύαζαν κυρίως άντρες, οι πιθαράδες. Η πρώτη ύλη που χρησιμοποιούσαν προερχόταν από τις γύρω περιοχές του χωριού. Όταν τα πιθάρια θα κατασκευάζονταν σε άλλα χωριά, ο αγοραστής του πιθαριού μετέφερε το χώμα για την κατασκευή του από το Φοινί στο χωριό του. Η μεταφορά του χώματος γινόταν από ανθρώπους του αγοραστή, τους οποίους ονόμαζαν «χωματάρηδες». Κατά τους μήνες της άνοιξης και του καλοκαιριού ο πιθαράς πήγαινε στο χωριό του αγοραστή για να κατασκευάσει τα πιθάρια. Η ετοιμασία της πρώτης ύλης είναι η ίδια όπως και για τα άλλα αγγεία.
Η κατασκευή του πιθαριού διαρκούσε 20-45 μέρες ανάλογα με το μέγεθος τους. Ο πιθαράς έπαιρνε ένα κομμάτι πηλό βάρους 3-4 κιλών για να δημιουργήσει την αρχή του πιθαριού, τη βάση του. Αυτό έπρεπε να ήταν αρκετά χοντρό για να κρατά το υπόλοιπο βάρος του πιθαριού. Την ίδια μέρα δημιουργούσε την αρχή για 20-25 πιθάρια. Κάθε μέρα τοποθετούσε και ένωνε ένα δακτύλιο στο καθένα από αυτά, δηλαδή ετοίμαζε ένα κουλούρι από πηλό και το ένωνε πάνω στο προηγούμενο δημιουργώντας τη φόρμα του πιθαριού. Ο καινούργιος δακτύλιος ήταν απαραίτητο να κρατηθεί υγρός μέχρι την επομένη μέρα, γι’ αυτό και ο πιθαράς κάλυπτε τα αγγεία με φύλλα καρυδιάς ή αμπελιού. Στη συνέχεια ο πιθαράς έπλαθε νέο χοντρό κουλούρι πηλού και το έστρωνε ομοιόμορφα στο χείλος του προηγούμενου δακτυλίου της προηγούμενης ημέρας. Η εργασία αυτή κρατούσε 4-6 εβδομάδες ανάλογα με το μέγεθος του πιθαριού. Ακολουθούσε το στέγνωμα που διαρκούσε περίπου 10-15 μέρες. Το ψήσιμο γινόταν σε μεγάλα ειδικά καμίνια που χωρούσαν 3-6 πιθάρια ανάλογα με το μέγεθος τους.
Πολλά από τα πιθάρια φέρουν χαραγμένο το όνομα του κατασκευαστή και την ημερομηνία κατασκευής τους. Ορισμένα πιθάρια φέρουν και το όνομα του αγοραστή.
Το καμίνιασμα των αγγείων
Τα αγγεία μετά το στέγνωμα ψήνονται σε καμίνι ξύλων. Πρώτα τοποθετούνται τα μεγάλα αγγεία και μετά ακολουθούν τα μικρότερα. Η φωτιά ανάβει στον κάτω θάλαμο και η θερμότητα μεταφέρεται από τις τρύπες του πατώματος στο πάνω μέρος. Το ψήσιμο διαρκεί 10 ως 12 ώρες ανάλογα με το μέγεθος των αγγείων. Αρχικά γίνεται προθέρμανση του καμινιού και σταδιακά η φωτιά δυναμώνει. Το ψήσιμο των αγγείων γίνεται εμπειρικά από πεπειραμένους αγγειοπλάστες. Όταν τελειώσει ο κύκλος ψησίματος και ελαττωθεί η θερμοκρασία του καμινιού, δηλαδή μετά από 10 με 12 ώρες, τα αγγεία είναι έτοιμα για χρήση.
Το καμίνιασμα των πιθαριών
Τα πιθάρια μετά το στέγνωμα έπρεπε να ψηθούν και αυτά σε καμίνι ξύλων. Η μεταφορά του πιθαριού στο καμίνι γινόταν με τη χρήση ψάθας και σακούλας, πάνω στα οποία κυλούσαν προσεκτικά τα πιθάρια. Τα πιθάρια τοποθετούνταν προσεκτικά μέσα στο καμίνι, πρώτα τα μεγάλα και μετά τα μικρότερα. Με τον ίδιο τρόπο που γινόταν, το καμίνιασμα των αγγείων γινόταν και το καμίνιασμα των πιθαριών. Τα πιθάρια για να ψηθούν χρειαζόταν 3 μέρες. Μετά το ψήσιμο τους τα πιθάρια έπρεπε να «πισσωθούν» με πίσσα και ξύδι. Όταν τα πιθάρια ήταν ζεστά, οι πόροι τους ήταν ανοικτοί, με την πίσσα και το ξύδι γέμιζαν και έτσι το πιθάρι αποκτούσε μια εσωτερικά αδιάβροχη ιδιότητα.
Δεν υπάρχει αμφιβολία πως τόσο για τον αγγειοπλάστη Φοινιώτη, όσο και για την αγγειπλάστρα Φοινιώτισσα, η αγγειοπλαστική τέχνη ήταν μια διαδικασία επίπονη και σκληρή. Ήταν όμως ταυτόχρονα και μια εργασία δημιουργική που επέτρεπε στον πλάστη της να χαίρεται τα έργα των χεριών του.
Σήμερα, η λειτουργικότητα και η χρήση των αγγείων αυτών έχει υποβαθμιστεί αφού οι αγορές έχουν κατακλυστεί από προϊόντα μαζικής παραγωγής που εκτοπίζουν τα χειροποίητα προϊόντα. Η εμφάνιση ποικίλων μορφών βιομηχανικών προϊόντων τη δεκαετία του 1960 υπήρξε η απαρχή της εγκατάλειψης της τέχνης αυτής. Παράλληλα ο σύγχρονος τρόπος ζωής, έχει διαφοροποιήσει τη χρήση των αγγείων με αποτέλεσμα σήμερα οι λιγοστές γυναίκες που ασχολούνται με την κατασκευής τους να περιορίζονται κυρίως σε διακοσμητικά αγγεία.
Η Υπηρεσία Κυπριακής Χειροτεχνίας του Υπουργείου Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού σε συνεργασία με την κοινότητα, το Σύνδεσμο Αποδήμων Φοινιού και άλλους φορείς έχει αναλάβει μια πολύπλευρη προσπάθεια για έρευνα, διάσωση και προβολή της αγγειοπλαστικής τέχνης και ταυτόχρονα για ενθάρρυνση των νέων όπως ασχοληθούν με το επάγγελμα του αγγειοπλάστη. Έχει δημιουργηθεί στο χώρο του παλιού δημοτικού σχολείου, ειδικό τμήμα αγγειοπλαστικής στο οποίο μπορεί ο κάθε ένας να μάθει για την πατροπαράδοτη αυτή τέχνη. Καθήκον όλων μας είναι να συμβάλουμε στη διατήρηση των λαϊκών αυτών στοιχείων που μας προσδιορίζουν ως έθνος και ως λαό γιατί αποτελούν ένα πολύτιμο ιστορικό αρχείο για τη γνώση του πολιτισμού της Κύπρου.
Το κέρμα των 10 σεντ της κυπριακής λίρας
Το Φοινί υπήρξε αναμφίβολα ένα από τα σημαντικότερα κέντρα αγγειοπλαστικής τέχνης στην Κύπρο. Για αιώνες κάθε σπίτι ήταν και ένα αγγειοπλαστείο.
Οι γυναίκες έφτιαχναν όλα τα αγγεία που ήταν απαραίτητα στην καθημερινή ζωή των ανθρώπων, όπως στάμνες, κούζες, κηροπήγια, βάζα κτλ, ενώ οι άνδρες αναλάμβαναν την πιο σκληρή δουλειά των πιθαριών. Απόδειξη της τέχνης και της φήμης των Φοινιωτών είναι το γνωστό φοινιώτικο αγγείο που κοσμεί το κέρμα των 10 σεντς.
Δυστυχώς όμως στις μέρες μας και αυτό το παραδοσιακό επάγγελμα φθίνει. Τώρα πια έχουν απομείνει μόνο δύο ηλικιωμένες γυναίκες που ασχολούνται με την τέχνη αυτή.