Της Μυρτώς Ζουμίδου
Φωτο: Γιώργος Χριστοφόρου
Τα δίστιχα του τα βρίσκει κανένας στον προσωπικό του λογαριασμό στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης. Πολλοί ακόμη, τον γνωρίζουν μέσα από τηλεοπτικές εκπομπές που πραγματεύονται τη λαϊκή παράδοση του τόπου μας, να στέκεται επάξια στο «πάλιωμαν» του τσιαττιστού, απέναντι σε πρωτομάστορες του είδους και να ξεχωρίζει για την ευαισθησία αλλά και την ευρηματικότητα που τον χαρακτηρίζει. Άλλοι, εντυπωσιάζονται από το νεαρό της ηλικίας του, αφού ένας νέος 19 χρονών δύσκολο ακόμη και να γνωρίζει τι είναι το «τσιαττιστόν».
Ο νεαρός Εφραίμ Χρίστου από το Φοινί είναι από τους ανθρώπους που λατρεύουν τη λαϊκή παράδοση του τόπου μας και σκοπεύει μέσα από αυτό που ξέρει να κάνει καλύτερα, να «τσιαττίζει», να τη διαφυλάξει ως κόρην οφθαλμού.
Τον συνάντησα σε ένα καφενείο στη Λευκωσία. Σ’ ένα απ’ αυτά τα μέρη με τους απλούς καθημερινούς ανθρώπους που κουβαλά ο καθένας δεκάδες ιστορίες. Απ’ αυτές που μοιράζονται σ’ ένα τραπέζι με κυπριακό καφέ κι ένα ποτήρι παγωμένο νερό. Εκεί που ο καφές σου είναι κερασμένος γιατί «είνταλως πρώτη φορά ήρτες στο μαγαζί μου εν να μεν σε τζιεράσω;» και πετάγονται αίφνης άλλοι 2-3 θαμώνες να σε κεράσουν καφέ, μπύρα ή ό,τι άλλο επιθυμείς. Κι αν δεν αποδεχτείς το κέρασμα είναι προσβολή. Τον παρατηρούσα όταν έφθασε, οι περισσότεροι θαμώνες τον γνώριζαν μέσα από τα τσιαττιστά του σε τηλεοπτικές εκπομπές.
Πιάνει την κουβέντα με έναν από τους θαμώνες – συγχωριανό του από το Φοινί, τον κύριο Στέφανο. Τον συνάντησε εκεί εντελώς τυχαία! «Είναι συγγενής μου που ζει στη Λευκωσία» μου εξηγεί. Αργότερα, συνομιλεί σχεδόν με όλους με μια ευγένεια σπάνια, ακούγοντας πρώτα πολύ προσεκτικά τους συνομιλητές του… Αυτό που λέμε «παλιάς κοπής». Ένας άλλος κύριος «τον προκαλεί» για έναν αγώνα «τσιαττίσματος»!
Ακούω τις κουβέντες μεταξύ των θαμώνων που σχολιάζουν μεταξύ τους πως «εν ο νεαρός που λαλεί τσιαττιστά στο ΡΙΚ». Παρατηρώ όλη αυτή τη συμπαιγνία που συμβαίνει γύρω μου και σκέφτομαι πως ο Εφραίμ μοιάζει να ήταν καθημερινά μαζί τους, κομμάτι απ’ αυτούς, γιατί διατηρεί μέσα του εκείνη τη γείωση που χρειάζεται κανείς για ν’ αντιληφθεί τον κόσμο των παλιών, των απλών καθημερινών ανθρώπων.
Ποιος είναι ο 19χρονος Εφραίμ, τον ρωτώ και μου απαντά με δίστιχα:
«Ένας κανονικός μιτσής, όπως εν ούλλ’ οι άλλοι.
Που ό,τι νιώθ’ ή σκέφτεται, στην κόλλα του το βάλλει.
Εκφράζεται ελεύθερα, κάμνει πως εν φοάται.
Τζιαι θέλει με συνείδηση ήσυχη να τζιοιμάται.
Πνεύμα πολλά ανήσυχο, ευαίσθητος τζι αστείος.
Εν κάμποσον αυθόρμητος τζιαι δρα αυτεξουσίως.
Κάποτε εν τζιαι γιναξιής, δύσκολον του να χάνει.
Μ’ άμαν του κάμουσιν κακόν, εύκολα το ξιχάννει.
Τίποτε ιδιαίτερο, για να σας τον χουμίσω.
Λαλεί γρωστά του τόπου του, πρέπει να δώκει πίσω.
Παλεύκει για την πρόοδο τζιαι έναν κόσμον ίσο!».
Μια ιδιόμορφη απάντηση που όμως χαρακτηρίζει μέχρι και την τελευταία λέξη την προσωπικότητά του.
Ένα παιδί μεγαλωμένο σ’ ένα χωριό της οροσειράς του Τροόδους που κουβαλά στα σπλάχνα του τη λαϊκή παράδοση της Κύπρου, γεγονός που καθόρισε και την αγάπη του για τα όσα την αφορούν. Μέχρι που τελείωσε το Γυμνάσιο, περνούσε πολλές ώρες στο καφενείο της γιαγιάς του στο Φοινί, ακούγοντας ιστορίες και παραδοσιακά τραγούδια. Μεγάλη του αδυναμία, τα κυπριακά δίστιχα, τα λεγόμενα τσιαττιστά.
Θυμάται τον εαυτό του να σκαρώνει στοίχους για τους ηλικιωμένους πελάτες του καφενείου και στην πορεία άρχισε να γράφει ποιήματα στην κυπριακή διάλεκτο και να τα μοιράζεται με τους κοντινούς του ανθρώπους. Μπήκε για τα καλά στο χορό, όταν τα οργανωμένα σύνολα της κοινότητας του, του ζήτησαν να τους γράφει ποιήματα για τις δικές τους εκδηλώσεις. Μέσα από τα Κοινωνικά Δίκτυα ήρθε σε επαφή με άλλους λαϊκούς ποιητές και άρχισε να μαθαίνει κάποιους βασικούς κανόνες που τον βοήθησαν να εξελίξει και να βελτιώσει τη γραφή του. Σήμερα, με όπλο την εξάσκηση και το μεράκι, κατέκτησε και την αμεσότητα, κάτι που ελκύει ακόμη και τον πιο αδιάφορο, να παρατηρήσει τον τρόπο που ταιριάζει τα δίστιχα του.
Άγιο Δισκοπότηρο η παράδοση
«Η λαϊκή παράδοση του τόπου μας θεωρώ ότι είναι το Άγιο Δισκοπότηρο για τον πολιτισμό της Κύπρου», μας αναφέρει. Αξίζει τον σεβασμό και τον θαυμασμό, αφού είναι κάτι που κρατά ζωντανή την ταυτότητα του τόπου μας. Έργα μεγάλων ποιητών, αποτελούν μέχρι σήμερα ιστορικά στοιχεία για διάφορες περιόδους της ζωής στον τόπο μας. Χρέος του, αφού είναι κάτι που αγαπά να ασχολείται, κρατώντας αυτή τη σπίθα μέσα του αναμμένη, είτε για το τσιάττισμα, είτε για οτιδήποτε άλλο αφορά την παράδοση της Κύπρου.
Στην περίπτωση του Εφραίμ, δεν υπάρχει κανένα κληρονομικό χάρισμα σε ό,τι αφορά τη λαϊκή ποίηση, παρά μόνο τα ερεθίσματα από την καθημερινότητα των ανθρώπων της υπαίθρου, αφού όπως μας εξηγεί, δεν υπάρχει κάποιος στην οικογένεια του που να ασχολείται με την ποίηση. Πιστεύει ότι η λαϊκή παράδοση τον επέλεξε, για να του δώσει την ευκαιρία να είναι αυθεντικός και να εκφράζει το κάθε τι που θέλει χρησιμοποιώντας την κυπριακή διάλεκτο. Αυτήν που χρησιμοποιούμε άλλωστε στον καθημερινό μας λόγο.
Είναι φορές που αξιοποιεί το ταλέντο του για να προβληματίσει, να σατιρίσει, να καυτηριάσει τα όσα συμβαίνουν γύρω μας και να βάλει τον εαυτό του στη θέση όσων βιώνουν έντονα την επικαιρότητα με τα σκάνδαλα, τη διαφθορά την κρίση των θεσμών, την πανδημία κτλ).
KΑΤΑΦΥΓΙΟ Η ΠΟΙΗΣΗ
Εκεί που η ζωή σε δοκιμάζει ψάχνεις ένα καταφύγιο ξεκούρασης. Έναν τρόπο εκτόνωσης όσων νιώθεις και κρατάς μέσα σου. Το 2017 ήταν μια δύσκολη χρονιά για τον Εφραίμ αφού κάηκε το σπίτι της οικογένειας του. Εκείνη την περίοδο χρειάστηκε να ζήσει περισσότερο από δυο χρόνια χωρίς τον πατέρα του. Το δικό του «καταφύγιο» ήταν η ποίηση. Έγραφε τα παράπονά του στο χαρτί.
Όλα όσα είχε μες στην ψυχή του. Αυτό που αποκόμισε από εκείνη τη δύσκολη περίοδο είναι πως οι στοίχοι που γράφει κάποιος έχοντας πόνο στην ψυχή του είναι από τους πιο ποιοτικούς, όχι γιατί αποτυπώνουν θλίψη αλλά γιατί εμπεριέχουν τα πιο ειλικρινή συναισθήματα του σε μια δεδομένη στιγμή.
Η μελοποίηση στίχων του από τον μουσικοσυνθέτη Κώστα Κακογιάννη
Ο 19χρονος Εφραίμ αποφοίτησε από την Εμπορική Σχολή Μιτσή στη Λεμύθου, το καλοκαίρι του 2020, κάτι για το οποίο αισθάνεται ιδιαίτερα τυχερός, μα και περήφανος για την «προίκα» των μαθητικών του χρόνων. Χαρακτηριστικό της αγάπης αλλά και της περηφάνιας για το σχολείο του ήταν το ποίημά του για την αμυγδαλιά του γέρο- Δημοσθένη, αφιερωμένο στον ιδρυτή της Σχολής Δημοσθένη Μιτσή, το οποίο μελοποίησε ο Κώστας Κακογιάννης και τραγουδήθηκε στην αποφοίτηση του σχολείου το 2019.
Αυτοί από τους καθηγητές που τον ενέπνευσαν ιδιαίτερα για να συνεχίσει να γράφει ήταν ο μουσικοσυνθέτης Κώστας Κακογιάννης και ο Πάμπος Κουζάλης, οι οποίοι δημιουργούν στην κυπριακή διάλεκτο αλλά με αλληγορικό νόημα που παρουσιάζει εξέλιξη. Άλλα δυο τραγούδια σκάρωσαν μαζί, το «Ακόμα περιμένω» και «Θκυο Χελιδόνια».
Τα ποιήματα και άλλα τόσα δίστιχα και τετράστιχα της «ώρας» τα μοιράζεται με τους ανθρώπους που είναι κοντά του εκείνη τη στιγμή. Ενίοτε μοιράζεται και κάποια από αυτά στα Κοινωνικά Δίκτυα αφού νιώθει την ανάγκη να μην τα κρατήσει για τον εαυτό του. Και βρήκε ανταπόκριση μέσα από το κοινό που τον ακολουθεί και τον στηρίζει.
Σ' αυτούς τους δρόμους της λαϊκής παράδοσης, βρήκε αρκετούς ανθρώπους που εκτιμά τη δράση τους και εμπνέεται να συνεχίσει την πορεία του. Ένας απ’ αυτούς είναι ο Μιχάλης Χατζημιχαήλ, ο οποίος μελετά ακούραστα μέχρι και σήμερα την κυπριακή λαϊκή παράδοση και αποκαλύπτει τον πλούτο που κρύβει πίσω της. Ακόμα κι άλλους λαϊκούς ποιητές. Μαγεύεται να συναντά ανθρώπους, από «αγράμματους» μέχρι και επιστήμονες, και να ταιριάζουν δίστιχα στο δευτερόλεπτο. Κι όπως λέει, δεν είναι λίγοι κι αυτό είναι ελπιδοφόρο. Μελετά για τη δική του ευχαρίστηση ό,τι αφορά στη λαϊκή ποίηση και ρουφά σαν σφουγγάρι όποια πληροφορία βρεθεί μπροστά του με κάθε τρόπο.
Ο ερχόμενος Σεπτέμβριος θα τον βρει με το χαρτί της απόλυσης από τον στρατό, έτοιμο για να φοιτήσει στο Πανεπιστήμιο Κύπρου στις Μαθηματικές-Οικονομικές Σπουδές. Την αγάπη για τη λαϊκή ποίηση δεν σκοπεύει να την αφήσει πίσω αφού θέλει να εξελιχθεί περισσότερο και να φέρει κοντά κι άλλους νέους. Μέσα στα σχέδιά του είναι να καταφέρει να ομαδοποιήσει κάποια ποιήματά του και να τα εκδώσει σε ένα βιβλίο. Το μόνο σίγουρο πως ό,τι βάλει στο μυαλό του προσπαθεί να το πραγματοποιήσει. Μπορεί να μην πετυχαίνει πάντα αλλά, όπως λέει, κάθε πτυχή της ζωής δίνει μαθήματα και εμπειρίες.
Πηγή: Εφημερίδα «Ο Φιλελεύθερος»