Cookie Consent by Free Privacy Policy Generator
English   |   Σάββατο, 9 Νοεμβρίου 2024

Αρχιεπίσκοπος Σωφρόνιος

Ο Σωφρόνιος γεννήθηκε στο Φοινί στις 27/04/1825. Γονείς του ήταν ο Παναγιώτης Αντωνίου από το Φοινί και η Χριστίνα Μιχαήλ από τον Πρόδρομο.

 

Τα πρώτα του γράμματα τα έμαθε ως Δόκιμος στην Ιερά Μονή της Τροοδίτισσας. Το Απρίλιο του 1842, σε ηλικία 17 χρονών, χειροτονήθηκε Διάκονος και σε σύντομο χρονικό διάστημα (έξι μήνες), πήγε στην Αττάλεια, όπου διακονούσε στον εκεί χριστιανικό ναό και συγχρόνως παρακολουθούσε μαθήματα στο Ελληνικό Σχολείο της πόλης. Παρέμεινε στην Αττάλεια για τρία χρόνια (1842-1845) και ακολούθως πήγε στη Σμύρνη. Εκεί διακονούσε στο Ναό του Αγίου Χαραλάμπους του "Γραικικού Νοσοκομείου" και παρακολουθούσε μαθήματα στην Ευαγγελική Σχολή, όπου υπηρέτησε και ως δάσκαλος των μικρότερων τάξεων, θέση που πήρε ύστερα από διαγωνισμό με άλλους.

 

Έμεινε στη Σμύρνη επτά χρόνια (1845-1852) και μετά πήγε στην Αθήνα. Εκεί φοίτησε πρώτα στο Β΄ Γυμνάσιο, ύστερα στη Ριζάρειο Ιερατική Σχολή και τέλος στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, όπου παρακολουθούσε ταυτόχρονα και μαθήματα της Φιλολογικής Σχολής. Η δίψα του για μάθηση, όπως φαίνεται, ήταν ακόρεστη.

 

Πτυχιούχος της Θεολογίας επιστρέφει στην Κύπρο το 1861 και διορίζεται Σχολάρχης της Ελληνικής Σχολής στη Λευκωσία, όπου, όπως διαβάζουμε στη Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια "μετά μεγάλου ζήλου εργάζεται ως διδάσκαλος της έδρας, αλλά και του άμβωνος, αναβιώσας τας σπουδάς των γραμμάτων εν Κύπρω και το κήρυγμα του Θείου λόγου".

 

Ίσως για τον λόγο αυτό όταν ο Αρχιεπισκοπικός Θρόνος του Αποστόλου Βαρνάβα εχήρευσε, "πάντων τα βλέμματα εστράφησαν προς το εν ακμή όντα και λίαν δραστήριον διάκονον Σωφρόνιον, ως μόνον άξιον διάδοχον του εκλιπόντος". Έτσι εξελέγη παμψηφεί Αρχιεπίσκοπος Κύπρου και χειροτονήθηκε στις 28/10/1865.

 

Ως Αρχιεπίσκοπος μερίμνησε ιδιαίτερα για την ηθική και θρησκευτική μόρφωση του λαού, ενώ η ίδρυση σχολείων στα χωριά και στις πόλεις της Κύπρου ήταν μια από τις κύριες φροντίδες του. Επί ημερών του ήταν που η ως τότε Ελληνική Σχολή Λευκωσίας αναβαθμίστηκε σε Γυμνάσιο και έγινε το γνωστό ανά το πανελλήνιο, Παγκύπριο Γυμνάσιο.

 

Πήγε δύο φορές στην Κωνσταντινούπολη, πρώτα το 1870 ως πρόεδρος Κυπριακής Πρεσβείας, για να επιτύχει ελάττωση των φόρων και βοήθεια από την Υψηλή Πύλη και αργότερα το 1872 για να παραστεί στη Σύνοδο των Ορθοδόξων Εκκλησιών, για το Βουλγαρικό ζήτημα. Ο Σωφρόνιος εντυπωσίασε τους Συνοδικούς στην Κωνσταντινούπολη και όταν εχήρευσε ο Οικουμενικός Θρόνος προτάθηκε ως υποψήφιος Οικουμενικός Πατριάρχης, αλλά απερρίφθηκε από το Σουλτάνο.

 

Επί ημερών του η Κύπρος πέρασε στη διακυβέρνηση των Άγγλων (1878), η δε προς τον πρώτο Άγγλο Αρμοστή προσφώνησή του, στην οποία με παρρησία διερμήνευε τα εθνικά αισθήματα και τον ενωτικό πόθο του Κυπριακού λαού, είναι καλά γνωστή. Ο Σωφρόνιος το 1889, επικεφαλής τετραμερούς αντιπροσωπείας, μεταβαίνει στο Λονδίνο. Εκεί τον υποδέχτηκαν με πολλή φιλοφρόνηση όλοι οι επίσημοι, μέχρι και η βασίλισσα Βικτώρια (της οποίας αρνήθηκε, ως ορθόδοξος επίσκοπος, να της φιλήσει το χέρι, όπως απαιτούσε το εθιμοτυπικό πρωτόκολλο), ενώ το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης του απένειμε τον τίτλο του επίτιμου διδάκτορα της Θεολογίας.

 

Ο Νίκος Κρανιδιώτης στο Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό τον χαρακτηρίζει ως έναν "από τους συνετούς και δραστήριους ιεράρχες της Μεγαλονήσου, που κυβέρνησε με σύνεση την Εκκλησία της Κύπρου, εκτιμώμενος από όλους έως το θάνατο του".